Γιώργος Αλογοσκούφης

Άρθρο στην εφημερίδα Το Βήμα, 19 Μαρτίου 2023

_____________________________________________

Η ελληνική οικονομία ανέκαμψε ικανοποιητικά από τη βαθιά ύφεση του 2020 που προκλήθηκε από την πανδημία. Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις, μετά από μία πτώση κατά 9% το 2020, το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 8,4% το 2021 και κατά 5,9% το 2022. Ωστόσο, για τα επόμενα χρόνια όλοι οι διεθνείς οργανισμοί αναμένουν σημαντική επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης.

H Εξέλιξη του Πραγματικού ΑΕΠ της Ελλάδας και οι Μεσοχρόνιες Προβλέψεις του ΔΝΤ

Με δεδομένο ότι νέα σύννεφα έχουν αρχίσει να συγκεντρώνονται πάνω από την παγκόσμια οικονομία, και με δεδομένες τις διαρθρωτικές αδυναμίες τόσο της ευρωζώνης όσο και της ελληνικής οικονομίας, ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ο εφησυχασμός.

Εκτός από την άνοδο του πληθωρισμού, η οποία έχει προκαλέσει την αύξηση των επιτοκίων εκ μέρους των κεντρικών τραπεζών και εκτός από τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία, η παγκόσμια οικονομία δείχνει να απειλείται και από μία νέα χρηματοπιστωτική κρίση. Η κατάρρευση της Silicon Valley Bank και τα μεγάλα προβλήματα της Credit Suisse υποδεικνύουν ότι τα προβλήματα ανεπαρκούς εποπτείας του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος δεν έχουν αντιμετωπιστεί επαρκώς και περιπλέκουν την προσπάθεια των κεντρικών τραπεζών να αντιμετωπίσουν τον πληθωρισμό.

Από την άλλη, η ευρωζώνη, αν και σαφώς πιο προετοιμασμένη σε σχέση με τη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση του 2008-2009, εξακολουθεί και έχει σημαντικές αδυναμίες που προκύπτουν από τους περιορισμούς της ΕΚΤ στο να λειτουργεί ως δανειστής ύστατης προσφυγής και την απουσία ενός επαρκούς κοινοτικού προϋπολογισμού που να μπορεί να απορροφά μέρος των οικονομικών κραδασμών, χωρίς να επιβαρύνονται υπέρμετρα οι εθνικοί προϋπολογισμοί.

Για την Ελλάδα, μετά τη ρύθμιση του χρέους της το 2012, οι άμεσοι κίνδυνοι από μία διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση έχουν περιοριστεί. Μέχρι το 2032, το εξωτερικό δημόσιο χρέος είναι ρυθμισμένο και μάλιστα σε σχετικά χαμηλά επιτόκια. Ωστόσο, οι διαρθρωτικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας έχουν αντιμετωπιστεί μόνο σε ένα μικρό μέρος τους και η αποκλιμάκωση του δημοσίου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ είναι κάθε άλλο παρά ικανοποιητική. Μία ένδειξη των διαρθρωτικών αδυναμιών που παραμένουν είναι η μεγάλη διεύρυνση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, αμέσως μόλις ανέκαμψε η ελληνική οικονομία από τη βαθιά ύφεση του 2020.

Η εξέλιξη του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών ως ποσοστού του ΑΕΠ και της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας (με βάση το σχετικό μοναδιαίο κόστος εργασίας) παρουσιάζονται στο γράφημα που ακολουθεί.

Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών και Διεθνής Ανταγωνιστικότητα της Ελληνικής Οικονομίας

Σύμφωνα με τις μεσοχρόνιες προβλέψεις του ΔΝΤ, για την πενταετία 2023-2027 προβλέπεται ένας μέσος ετήσιος ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ 1,8%, μικρή αποκλιμάκωση της ανεργίας, από 12,2% του εργατικού δυναμικού το 2023 στο 10,4% το 2027, μέσος πληθωρισμός 2,0% περίπου, και μικρή μόνο βελτίωση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, από 6,3% του ΑΕΠ το 2023 σε 3,9% το 2027. 

Κατά συνέπεια, σε μεσοχρόνιο ορίζοντα το πρόβλημα της επιτάχυνσης της οικονομικής ανάκαμψης με παράλληλη βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, όπως και το πρόβλημα της ταχύτερης αποκλιμάκωσης της ανεργίας και του λόγου του δημοσίου χρέους προς το ΑΕΠ, αποτελούν τις κυριότερες προκλήσεις της οικονομικής πολιτικής για όποια κυβέρνηση προκύψει από τις επερχόμενες εκλογές.

Σύνδεσμος στο σχετικό άρθρο στην εφημερίδα Το Βήμα

Advertisement